«1. Όποιος, ενώ έμαθε με τρόπο αξιόπιστο ότι μελετάται κακούργημα ή ότι άρχισε ήδη η εκτέλεσή του, και σε χρόνο τέτοιον ώστε να μπορεί ακόμα να προληφθεί η τέλεση ή το αποτέλεσμά του, παραλείπει να το αναγγείλει εγκαίρως στην αρχή, τιμωρείται, αν το κακούργημα τελέστηκε ή έγινε απόπειρά του, με φυλάκιση μέχρι τριών ετών, ανεξάρτητα αν ο δράστης τιμωρηθεί.
«2. Η παράλειψη αυτή μένει ατιμώρητη αν η αναγγελία στην αρχή θα αφορούσε πρόσωπο οικείο εκείνου που την παρέλειψε».
ΠΚ, ά. 232
Όταν κάποιος πληροφορείται με αξιόπιστο τρόπο (π.χ. με αποκάλυψη, ήταν μάρτυρας) ότι συμβαίνει ή σχεδιάζεται να συμβεί κακούργημα [π.χ. βαριά σωματική βλάβη ανηλίκου, μεθοδευμένη (σκόπιμη) σωματική βλάβη, βιασμός, αιμομιξία, κατάχρηση ανηλίκου σε ασέλγεια, αποπλάνηση παιδιού, μαστροπεία, ασέλγεια με ανήλικο έναντι αμοιβής] και δεν το αναφέρει στις Αρχές, τιμωρείται.
Δεν τιμωρείται αυτός που δεν έκανε αναφορά γιατί ήθελε να προστατεύσει οικείο του, κάτι το οποίο θα έπρεπε να αναθεωρηθεί όταν πρόκειται για εγκλήματα κατά ανηλίκων.